διὸ καὶ μεταλάττουσι τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν αἱ δοκοῦσαι παρθένοι τῶν εἰδώλων → therefore those professing to be virgins of the idols even change the natural use into the unnatural (Origen, commentary on Romans 1:26)
-όν, Α
πάρα πολύ μελωδικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + -ῳδός (< ᾠδή), πρβλ. κιθαρωδός].