παράπρημα

From LSJ

Νόμιζ' ἀδελφοὺς τοὺς ἀληθινοὺς φίλους → Veros amicos alteros fratres puta → für deinen Bruder halte einen wahren Freund

Menander, Monostichoi, 377
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παράπρημα Medium diacritics: παράπρημα Low diacritics: παράπρημα Capitals: ΠΑΡΑΠΡΗΜΑ
Transliteration A: paráprēma Transliteration B: paraprēma Transliteration C: paraprima Beta Code: para/prhma

English (LSJ)

-ατος, τό, in plural, swellings on horses' legs, PCair.Zen. 225.3 (iii B.C.); later παραπρήσματα, Hippiatr.77.

Greek Monolingual

-ατος, ΜΑ, και, στον πληθ., παραπρήσματα, Α
το πρήξιμο στις μνήμες τών αλόγων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + πρῆμα «οίδημα, πρήξιμο»].