παραβίωση
Ὅμοια πόρνη δάκρυα καὶ ῥήτωρ ἔχει → Lacrumae oratori eaedem ac meretrici cadunt → Von Dirne und von Redner sind die Tränen gleich
Greek Monolingual
η
βιολ.
1. φαινόμενο κοινής διαβίωσης, παράλληλης ανάπτυξης δύο διαφορετικών οργανισμών οι οποίοι ούτε ωφελούνται ούτε βλάπτονται από αυτήν
2. πειραματική συγκόλληση με χειρουργική επέμβαση δύο ζώων του ίδιου είδους που όμως βρίσκονται σε διαφορετική ορμονική κατάσταση για την μελέτη της αμοιβαίας επίδρασης
3. η λαθροβίωση
4. η χρησιμοποίηση της ίδιας φωλιάς από αποικίες διαφορετικών ειδών κοινωνικών εντόμων τα οποία ωστόσο διατηρούν τις προνύμφες τους σε ιδιαίτερους χώρους
5. φρ. «παραβίωση νεύρου»
φυσιολ. μεταβολή της κατάστασης ενός νεύρου λόγω ισχυρού και παρατεταμένου ερεθισμού, όπως λ.χ. σε περίπτωση νάρκωσης, η οποία, τελικά, προκαλεί κατάργηση τών λειτουργιών αυτού του νεύρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. parabiosis (< παρα- + βίωση < βιώ)].