παραφρονώ
From LSJ
σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν → it is hard for thee to kick against the pricks, it is hard for you to kick against the goads
Greek Monolingual
παραφρονῶ, παραφρονέω και μτγν. ποιητ. τ. παραιφρονῶ, ΝΜΑ
τρελαίνομαι, είμαι ή γίνομαι παράφρονας, τρελός
αρχ.
κατέχομαι από παραλήρημα, παραληρώ.