ἢ δεῖ σιωπᾶν ἢ λέγειν τὰ καίρια → you should either keep silence or make timely remarks (Menander)
Αειρωνεύομαι, διακωμωδώ.[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + ἐπικόπτω «χτυπώ, κόβω, ειρωνεύομαι»].