παρώπια

From LSJ

Σὺν τοῖς φίλοισιν εὐτυχεῖν ἀεὶ θέλε → Bona sine amicis noli fortuna frui → Mit deinen Freunden wolle immer glücklich sein

Menander, Monostichoi, 488
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρώπια Medium diacritics: παρώπια Low diacritics: παρώπια Capitals: ΠΑΡΩΠΙΑ
Transliteration A: parṓpia Transliteration B: parōpia Transliteration C: paropia Beta Code: parw/pia

English (LSJ)

τά, blinkers, Poll.2.53, 10.54, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

παρώπια: τά, τὰ παρὰ τοὺς ὀφθαλμοὺς τῶν ἵππων καλύμματα, Πολυδ. Β΄, 53, Ι΄, 54, «παρώπια καὶ ἀντήλια τὰ παρὰ τὰς ὄψεις τῶν ἵππων δερμάτια» Σουΐδ.

Greek Monolingual

τὰ, Α
οι παρωπίδες του αλόγου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + -ώπια (< ὤψ, ὤπός «μάτι» < ὄπωπα), πρβλ. υπώπια].