παύσυβρις

From LSJ

Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον → Pretiosior res opipus est sapientia → Die Weisheit ist mehr wert als Säcke voller Geld

Menander, Monostichoi, 482
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παύσυβρις Medium diacritics: παύσυβρις Low diacritics: παύσυβρις Capitals: ΠΑΥΣΥΒΡΙΣ
Transliteration A: paúsybris Transliteration B: pausybris Transliteration C: paysyvris Beta Code: pau/subris

English (LSJ)

ι, checking insolence, cj. in A.Fr.360.

Greek Monolingual

-ι, Α
(πιθ. ανάγν.) αυτός που αναχαιτίζει, που εμποδίζει την ύβρι, την αυθάδεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Σύνθ. του τύπου τερψίμβροτος, < θ. παυσ(ι)- του παύω (πρβλ. παῦσις) + ὕδρις].