περίτιμος

From LSJ

Ῥύου δὲ σαυτὸν παντὸς ἐκ φαύλου τρόπου → Ex omni more malefico tete eruas → Bewahre dich vor jeder üblen Lebensart

Menander, Monostichoi, 473

Greek Monolingual

-ον, Α
βαρύτιμος, πολύ μεγάλης αξίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + -τιμος (< τιμή), πρβλ. έντιμος].