ἐγγυητής τοῦ ἀργυρίου ἀξιόχρεως → trustworthy guarantor for the money
inf. f. épq. de περάω¹.
see περά Od. 24.1.
περησέμεναι: эп. inf. fut. к περάω I.
περησέμεναι ep. inf. fut. van περάω.