πευκαλέος

From LSJ

λέγεται δὲ καὶ κλῶνας αὐτῆς θύραις ἢ θυρίσι προστεθέντας ἀποκρούειν τὰς τῶν φαρμάκων κακουργίας → its branches attached to doors or windows are said to repel the evil of spells

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πευκαλέος Medium diacritics: πευκαλέος Low diacritics: πευκαλέος Capitals: ΠΕΥΚΑΛΕΟΣ
Transliteration A: peukaléos Transliteration B: peukaleos Transliteration C: pefkaleos Beta Code: peukale/os

English (LSJ)

α, ον, = ξηρός, Aristeas Epic. ap. Hsch.

German (Pape)

[Seite 607] = ξηρός, nur bei Hesych.

Greek Monolingual

-α, -ον, Α
ξηρός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πεύκη + επίθημα -αλέος μέσω ενός αμάρτυρου ουδ. πεῦκος (βλ. λ. πεύκη), πρβλ. κερδ-αλέος: κέρδος.