πιδακῖτις

From LSJ

Ζήτει γυναῖκα σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaere adiuvamen rebus uxorem tuis → Als Partnerin im Leben such dir eine Frau

Menander, Monostichoi, 199
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πῑδᾰκῖτις Medium diacritics: πιδακῖτις Low diacritics: πιδακίτις Capitals: ΠΙΔΑΚΙΤΙΣ
Transliteration A: pidakîtis Transliteration B: pidakitis Transliteration C: pidakitis Beta Code: pidaki=tis

English (LSJ)

ιδος, ἡ, (πῖδαξ) growing at or about a spring, βοτάναι Hp.Ep.16.

German (Pape)

[Seite 612] ἡ, am Quell wachsend, von der Quelle kommend, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πῑδᾰκῖτις: -ιδος, ἡ, (πῖδαξ) ὁ πλησίον τοῦ πίδακος, παρὰ τὴν πηγὴν φυόμενος, βοτάναι Ἱππ. Ἐπιστ. 1278. 12.

Greek Monolingual

-ίτιδος, ἡ, Α
(για φυτό) αυτό που βρίσκεται, που βλαστάνει κοντά σε πηγή («πιδακίτιδες βοτάναι», Ιπποκρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < πῖδαξ, -ακος + επίθημα -ῖτις (πρβλ. καλαμίτις)].