πινάκα

From LSJ

Ούτως είη ημίν ο Θεός βοηθός και το Ιερόν Αυτού Ευαγγέλιον → So help us God and His holy Gospel

Source

Greek Monolingual

η, Ν
μεγάλο πινάκι, μεγάλο βαθουλό πιάτο, γαβάθα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πινάκι(ο) + μεγεθ. κατάλ. -α (πρβλ. κανάτα)].