πισωγυρίζω
From LSJ
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
Greek Monolingual
Ν
1. (αμτβ.) γυρίζω, στρέφομαι προς τα πίσω, οπισθοχωρώ
2. (μτβ.) στρέφω, γυρίζω κάτι προς τα πίσω, ανάποδα, αναποδογυρίζω
3. μτφ. παραιτούμαι από έναν σκοπό, κάνω πίσω.