πρὸς ὀλίγον ἡσθεὶς ναυτιᾷ → having been delighted a very little while, he is nauseated
-η, -ο, Ναυτός που το στήθος του είναι επίπεδο («πλακόστηθο κορίτσι»).[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάκα + στήθος (πρβλ. μικρόστηθος)].