πλατυκός

From LSJ

πρὸς ὀλίγον ἡσθεὶς ναυτιᾷ → having been delighted a very little while, he is nauseated

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πλᾰτῠκός Medium diacritics: πλατυκός Low diacritics: πλατυκός Capitals: ΠΛΑΤΥΚΟΣ
Transliteration A: platykós Transliteration B: platykos Transliteration C: platykos Beta Code: platuko/s

English (LSJ)

v. πλατικός.

German (Pape)

[Seite 627] breit, weitläuftig, Paul. Aeg.

Greek (Liddell-Scott)

πλᾰτῠκός: -ή, -όν, = πλατύς, Θεόδ. Μετοχ. σ. 455· ― Ἐπίρρ. -κῶς, ἐν λεπτομερείᾳ, κατὰ πλάτος, συγκρ. -ώτερον Παῦλ. Αἰγ. 6. 53, κτλ.

Greek Monolingual

-ή, -όν, ΜΑ
βλ, πλατικός.