Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως (κἂν δικαίως ὀμνύῃς) → Iurare fugias, vere, falso, haud interest → Zu schwören meide, gleich ob richtig oder falsch
(=πού τοῦ ἀρέσουν οἱ καυγάδες). Ἀπό τό πολύς + νεῖκος, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα, καθώς καί στή λέξη πολύς.