πολύκυκλος

From LSJ

πρὸς ἠοίων ἢ ἑσπερίων ἀνθρώπων → from men of the east or of the west

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολύκυκλος Medium diacritics: πολύκυκλος Low diacritics: πολύκυκλος Capitals: ΠΟΛΥΚΥΚΛΟΣ
Transliteration A: polýkyklos Transliteration B: polykyklos Transliteration C: polykyklos Beta Code: polu/kuklos

English (LSJ)

πολύκυκλον, with many circles, Id.s.v. πολυέλικτον.

German (Pape)

[Seite 665] mit od. in vielen Kreisen, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πολύκυκλος: -ον, ὁ ἔχων πολλοὺς κύκλους, Ἡσύχ. ἐν λ. πολυέλικτον.

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει πολλούς κύκλους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + -κυκλος (< κύκλος), πρβλ. ολόκυκλος].