ποντικοκούραδο

From LSJ

τιμήσεσθαι τοιούτου τινὸς ἐμαυτῷ → estimate the penalty for myself at so high a rate

Source

Greek Monolingual

το, Ν
1. αποπάτημα ποντικού
2. κοινή ονομασία ενός είδους του φυτού μηδική.