πουλυμέλαθρος
From LSJ
English (LSJ)
Epic for πολυμέλαθρος.
Greek Monolingual
-ον, Α
(επικ. τ.) βλ. πολυμέλαθρος.
German (Pape)
poet. = πολυμέλαθρος.
Full diacritics: πουλυμέλαθρος | Medium diacritics: πουλυμέλαθρος | Low diacritics: πουλυμέλαθρος | Capitals: ΠΟΥΛΥΜΕΛΑΘΡΟΣ |
Transliteration A: poulymélathros | Transliteration B: poulymelathros | Transliteration C: poulymelathros | Beta Code: poulume/laqros |
Epic for πολυμέλαθρος.
-ον, Α
(επικ. τ.) βλ. πολυμέλαθρος.
poet. = πολυμέλαθρος.