πρελούδιο

From LSJ

Οὐδὲν γὰρ ἀνθρώποισιν οἷον ἄργυρος κακὸν νόμισμ᾽ ἔβλαστε. τοῦτο καὶ πόλεις πορθεῖ, τόδ᾽ ἄνδρας ἐξανίστησιν δόμων → Nothing has harmed humans more than the evil of money – money it is which destroys cities, money it is which drives people from their homes

Sophocles, Antigone, 295-297

Greek Monolingual

και πρελούντιο, το, Ν
μουσ.
1. μουσικό κομμάτι μη καθορισμένης μορφής που εισάγει ένα ορχηστρικό ή ένα θεατρικό έργο ή μια λειτουργική τελετουργία
2. αυτόνομη μουσική σύνθεση, που μπορεί να είναι παράφραση για εκκλησιαστικό όργανο πάνω σε θέματα προτεσταντικών ασμάτων που εισάγουν το μέλος της σύναξης στην Εκκλησία τών Μεταρρυθμιστών είτε γραμμένη στο ύφος της σπουδής είτε να έχει ως αφετηρία της οπτικές και αισθητηριακές εντυπώσεις ή ακόμη και να αντικαθιστά την εισαγωγή σε ορισμένες όπερες, όπως λ.χ. στον Λόενγκριν
3. μτφ. προανάκρουσμα, προοίμιο·
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. preludio].