προπαράκειμαι
From LSJ
English (LSJ)
exist already, BGU243.14 (ii A. D.).
Greek (Liddell-Scott)
προπαράκειμαι: Παθ., παράκειμαι ἐκ τῶν προτέρων, Δίων Κ. 49. 18.
Greek Monolingual
Α παράκειμαι
από πριν είμαι κοντά σε κάτι.
Full diacritics: προπαράκειμαι | Medium diacritics: προπαράκειμαι | Low diacritics: προπαράκειμαι | Capitals: ΠΡΟΠΑΡΑΚΕΙΜΑΙ |
Transliteration A: proparákeimai | Transliteration B: proparakeimai | Transliteration C: proparakeimai | Beta Code: propara/keimai |
exist already, BGU243.14 (ii A. D.).
προπαράκειμαι: Παθ., παράκειμαι ἐκ τῶν προτέρων, Δίων Κ. 49. 18.
Α παράκειμαι
από πριν είμαι κοντά σε κάτι.