προσπερίκειμαι

From LSJ

δυσφορέω περὶ τὰς ἀναστάσιας → feel ill on getting up

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσπερίκειμαι Medium diacritics: προσπερίκειμαι Low diacritics: προσπερίκειμαι Capitals: ΠΡΟΣΠΕΡΙΚΕΙΜΑΙ
Transliteration A: prosperíkeimai Transliteration B: prosperikeimai Transliteration C: prosperikeimai Beta Code: prosperi/keimai

English (LSJ)

envelope besides, Orib.Fr. 114.

Greek Monolingual

Α
περιβάλλω, περικαλύπτω κάτι επιπροσθέτως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + περίκειμαι «περιβάλλω»].