πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
adv.en mendiant, pauvrement.Étymologie: πτωχός.
πτωχῶς: нищенски Babr.