θεὸς δ' ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται → God doesn't stand by those who do wrong → A peccatore sese numen segregat → Ein Gott steht denen, die da freveln, niemals bei
-ές, ΝΑ
βαμμένος με χρώμα ρόδου, ροδόχρους, τριανταφυλλής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ῥόδον + -βαφής (< βαφή < βάπτω), πρβλ. μηλοβαφής, οινοβαφής].