σαλέ

From LSJ

ἀεὶ Λιβύη φέρει τι καινόνLibya always bears something new

Source

Greek Monolingual

το, Ν
άκλ. ξύλινο σπίτι στις ορεινές περιοχές της Ελβετίας
2. (κατ' επέκτ.) ορεινή εξοχική κατοικία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. chalet «ξύλινο σπίτι στην Ελβετία», λ. της γλώσσας της γαλλόφωνης Ελβετίας].