σεσήμασμαι

From LSJ

Τοὺς δούλους ἔταξεν ὡρισμένου νομίσματος ὁμιλεῖν ταῖς θεραπαινίσιν → He arranged for his male slaves to have sex with female slaves at a fixed price (Plutarch, Life of Cato the Elder 21.2)

Source

French (Bailly abrégé)

pf. Pass. de σημαίνω.

Russian (Dvoretsky)

σεσήμασμαι: pf. pass. к σημαίνω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σεσήμασμαι perf. med. van σημαίνω.