σιδηροχαλκεύς
From LSJ
τῷ σώματι τελεῖ ἐνοίκιον ἡ ψυχή → the soul pays rent to the body
English (LSJ)
-έως, ὁ, smith, POxy.84.3 (iv A.D.).
Greek Monolingual
-έως, ὁ, Α
σιδηρουργός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σιδηρο- + χαλκεύς (< χαλκός)].
τῷ σώματι τελεῖ ἐνοίκιον ἡ ψυχή → the soul pays rent to the body
Full diacritics: σῐδηροχαλκεύς | Medium diacritics: σιδηροχαλκεύς | Low diacritics: σιδηροχαλκεύς | Capitals: ΣΙΔΗΡΟΧΑΛΚΕΥΣ |
Transliteration A: sidērochalkeús | Transliteration B: sidērochalkeus | Transliteration C: sidirochalkeys | Beta Code: sidhroxalkeu/s |
-έως, ὁ, smith, POxy.84.3 (iv A.D.).
-έως, ὁ, Α
σιδηρουργός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σιδηρο- + χαλκεύς (< χαλκός)].