σιλουρισμός

From LSJ

ἔνδον σκάπτε, ἔνδον ἡ πηγὴ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ ἀεὶ ἀναβλύειν δυναμένη, ἐὰν ἀεὶ σκάπτῃς → Dig within. Within is the wellspring of Good; and it is always ready to bubble up, if you just dig | Look within. Within is the fountain of the good, and it will ever bubble up, if thou wilt ever dig.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῐλουρισμός Medium diacritics: σιλουρισμός Low diacritics: σιλουρισμός Capitals: ΣΙΛΟΥΡΙΣΜΟΣ
Transliteration A: silourismós Transliteration B: silourismos Transliteration C: silourismos Beta Code: silourismo/s

English (LSJ)

ὁ, eating of a σίλουρος, serving it up at table, Diph. 17.11.

German (Pape)

[Seite 881] ὁ, das Essen vom σίλουρος, das Bewirthen damit, Ath. IV, 132 e aus Diphil.

Greek (Liddell-Scott)

σιλουρισμός: ὁ, τὸ ἐσθίειν σίλουρον, τὸ παρουσιάζειν αὐτὸν ἐπὶ τῆς τραπέζης, Δίφιλ. ἐν «Ἀπολιπούσῃ» 1. 11.

Greek Monolingual

ὁ, Α
το να παραθέτει κανείς σίλουρο στο δείπνο, να τραπεζώνει τους καλεσμένους του με σίλουρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σίλουρος «είδος ψαριού» + κατάλ. -ισμός].