σκίρα

From LSJ

ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in

Source

Greek Monolingual

ΜΑ
(κατά το λεξ. Σούδα) «γῆ λευκή, ὥσπερ γύψος».
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. τ. του σκῖρος ()].