Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σμηκτίτης

From LSJ

L'amor che move il sole e l'altre stelleLove that moves the sun and the other stars

Dante Alighieri, Paradiso, XXXIII, v. 145

Greek Monolingual

ο, Ν
(ορυκτ.) πολύ διαδεδομένο ένυδρο πυριτικό ορυκτό του αργιλίου, που ανήκει στην ομάδα τών αργιλικών ορυκτών και απαντά με τη μορφή πολύ μικρών τεμαχιδίων, το οποίο, χάρη σε ορισμένες ιδιότητές του, χρησιμοποιείται ως λευκαντική γη για τη διαύγαση του νερού, τών χυμών και τών ηδύποτων για τον αποχρωματισμό ορυκτών και φυτικών ελαίων, καθώς και σε άλλες εφαρμογές, αλλ. σμηκτρίδα γη.