Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
Full diacritics: σπᾰθποιός | Medium diacritics: σπαθοποιός | Low diacritics: σπαθοποιός | Capitals: ΣΠΑΘΟΠΟΙΟΣ |
Transliteration A: spathopoiós | Transliteration B: spathopoios | Transliteration C: spathopoios | Beta Code: spaqpoio/s |
ὁ, gladiarius, Glossaria.
[Seite 916] ὁ, Schwertmacher, Gloss.
ὁ, Α
τεχνίτης που κατασκευάζει σπαθιά και μαχαίρια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπάθη + -ποιός].