σπληνεκτομή
From LSJ
μακάριοι οὓς ἐξελέξω καὶ προσελάβου → blessed are those that you have chosen and taken
Greek Monolingual
και σπληνεκτομία, η, Ν
ιατρ. χειρουργική αφαίρεση της σπλήνας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. splenectomy (< σπλήνα + εκτομή / -ία)].