στέλλα

From LSJ

Ἔνιοι κακῶς φρονοῦσι πράττοντες καλῶς → Multi bonis in rebus haud sapiunt beneTrotz ihres Wohlergehens denken manche schlecht

Menander, Monostichoi, 163
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στέλλα Medium diacritics: στέλλα Low diacritics: στέλλα Capitals: ΣΤΕΛΛΑ
Transliteration A: stélla Transliteration B: stella Transliteration C: stella Beta Code: ste/lla

English (LSJ)

ζῶσμα, Hsch. στελλάνδρα· ἡ κόρη, Id.

Greek Monolingual

(I)
ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «ζῶσμα».στέλ(λ)α (II)
η, Ν
το γωνιόμετρο τών τεχνητών το οποίο αποτελείται από δύο κινητούς κανόνες και χρησιμοποιείται για χάραξη γωνιών, αλλ. γονάτιο ή ψευδογνώμονας.