παραβλύζειν τοῦ οἴνου ἐν τῷ ὕπνω → disgorge wine in one's sleep, belch a bit of wine in one's sleep
και στείρεμα, το, Ν στερεύω(σχετικά με πηγή ή ποταμό ή λίμνη) διακοπή ροής, σταμάτημα ροής.