ὥστε ὁ βίος, ὢν καὶ νῦν χαλεπός, εἰς τὸν χρόνον ἐκεῖνον ἀβίωτος γίγνοιτ' ἂν τὸ παράπαν → and so life, which is hard enough now, would then become absolutely unendurable
-έομαι και σταυροκοπιέμαι Ν
κάνω πολλές φορές το σημείο του σταυρού, κάνω πολλές φορές τον σταυρό μου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σταυρός + -κοπούμαι (< -κόπος < κόπος < κόπτω)].