στοιχηματίζω

From LSJ

Παρθένε, ἐν ἀκροπόλει Τελεσῖνος ἄγαλμ' ἀνέθηκεν, Κήττιος, ᾧ χαίρουσα, διδοίης ἄλλο ἀναθεῖναι → O Virgin goddess, Telesinos from the deme of Kettos has set up a statue on the Acropolis. If you are pleased with it, please grant that he set up another

Source

Greek Monolingual

Ν στοίχημα, -ήματος]
1. βάζω στοίχημα
2. μτφ. είμαι πάρα πολύ βέβαιος για κάτι.