στομαργία

From LSJ

οὐετρανοὶ οἱ χωρὶς χαλκῶν → veterans who have not received bronze copies of the privileges granted on discharge

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στομαργία Medium diacritics: στομαργία Low diacritics: στομαργία Capitals: ΣΤΟΜΑΡΓΙΑ
Transliteration A: stomargía Transliteration B: stomargia Transliteration C: stomargia Beta Code: stomargi/a

English (LSJ)

ἡ, endless talking, Ph.2.219.

German (Pape)

[Seite 948] ἡ, = στομαλγία, Philo.

Greek (Liddell-Scott)

στομαργία: ἡ, ἀτελεύτητος φλυαρία, ἀπεραντολογία, Φίλων 2. 219.

Greek Monolingual

ἡ, Α στόμαργος
ακατάσχετη φλυαρία.