Μιμοῦ τὰ σεμνά, μὴ κακῶν μιμοῦ τρόπους → Graves imitatormores, ne imitator malos → Das Edle nimm zum Vorbild, nicht der Schlechten Art
σφυροκοπῶ, -έω, ΝΑ σφυροκόπος
χτυπώ με τη σφύρα, σφυρηλατώ
νεοελλ.
μτφ. καταφέρω συνεχή και βίαια πλήγματα εναντίον του αντιπάλου («τα εχθρικά αεροπλάνα σφυροκοπούν τις θέσεις μας από το πρωί»).