Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σωματοφθορώ

From LSJ

Οὔτοι συνέχθειν, ἀλλὰ συμφιλεῖν ἔφυν → I was not born to hate, but to love.

Sophocles, Antigone, 523

Greek Monolingual

-έω, Α
καταστρέφω το σώμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σῶμα, σώματος + -φθορῶ (< -φθόρος < φθείρω), πρβλ. κατοικοφθορῶ, οικοφθορῶ].