Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

σύνθωκος

From LSJ

Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Euripides, Suppliants, 968
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σύνθωκος Medium diacritics: σύνθωκος Low diacritics: σύνθωκος Capitals: ΣΥΝΘΩΚΟΣ
Transliteration A: sýnthōkos Transliteration B: synthōkos Transliteration C: synthokos Beta Code: su/nqwkos

English (LSJ)

σύνθωκον,
A = σύνθακος, Jul. Or.5.166b.
II Subst. σύνθωκος, ὁ, public seat, Sophr.153.

German (Pape)

[Seite 1025] = σύνθακος, Oenom. Euseb.

Greek (Liddell-Scott)

σύνθωκος: -ον, = σύνθακος, Οἰνόμαος ἐν Εὐσ. Εὐαγγ. Προπ. 223C. ΙΙ. κάθισμα, ἕδρα, «θῶκοι καὶ ὡς Σώφρων φησὶ σύνθωκοι» Πολυδ. Θ΄, 46.

Greek Monolingual

και σύνθακος, -ον, ΜΑ
1. παρακαθήμενος, συγκάθεδρος
2. το αρσ. ως ουσ.σύνθωκος
το κάθισμα, η έδρα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + θῶκος / θᾶκος «έδρα, κάθισμα»].