ταὐτόφωνος

From LSJ

Χθὼν πάντα κομίζει καὶ πάλιν κομίζεται → Nam terra donat ac resorbet omnia → Die Erde alles bringt, sich wieder alles nimmt

Menander, Monostichoi, 539
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ταὐτόφωνος Medium diacritics: ταὐτόφωνος Low diacritics: ταυτόφωνος Capitals: ΤΑΥΤΟΦΩΝΟΣ
Transliteration A: tautóphōnos Transliteration B: tautophōnos Transliteration C: taftofonos Beta Code: tau)to/fwnos

English (LSJ)

ταὐτόφωνον, of the same sound, Eust.125.5: hence ταὐτοφωνία, ἡ, ib.20.

German (Pape)

[Seite 1075] gleichtönend, von gleichem Tone, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ταὐτόφωνος: -ον, ὁ ἔχων τὴν αὐτὴν φωνήν, Εὐστ. εἰς Ἰλ. 94. 19· -φωνία, ἡ, αὐτόθι 30.

Greek Monolingual

-η, -ο / ταὐτόφωνος, -ον, ΝΜ
αυτός που έχει ή που αποδίδει την ίδια φωνή ή τον ίδιο ήχο με άλλον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταυτ(ο)- + -φωνος (< φωνή), πρβλ. ομόφωνος].