υγροστάτης

From LSJ

ἔργοισι χρηστός, οὐ λόγοις ἔφυν μόνον → a friend in deeds, and not in words alone

Source

Greek Monolingual

ο, Ν
σύστημα αυτόματου ελέγχου της υγρασίας του αέρα, το οποίο χρησιμοποιείται στις εγκαταστάσεις κλιματισμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hygrostat < υγρός + -στάτης (< ἵστημι), πρβλ. θερμοστάτης].