υγροστάτης

From LSJ

ἰὼ, σκότος, ἐμὸν φάος, ἔρεβος ὦ φαεννότατον, ὡς ἐμοί, ἕλεσθ' ἕλεσθέ μ' οἰκήτορα → ah, darkness that is my light, gloom that is most bright for me, take me, take me to dwell in you

Source

Greek Monolingual

ο, Ν
σύστημα αυτόματου ελέγχου της υγρασίας του αέρα, το οποίο χρησιμοποιείται στις εγκαταστάσεις κλιματισμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. hygrostat < υγρός + -στάτης (< ἵστημι), πρβλ. θερμοστάτης].