υγροστίβητος
From LSJ
Ἔνιοι κακῶς φρονοῦσι πράττοντες καλῶς → Multi bonis in rebus haud sapiunt bene → Trotz ihres Wohlergehens denken manche schlecht
-ον, Μ
(για τη θάλασσα) αυτός που έχει υγρούς δρόμους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + -στίβητος (< στιβῶ < στίβος «δρόμος, μονοπάτι»)].