υπέρπυκνος
From LSJ
Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.
Greek Monolingual
-η, -ο / ὑπέρπυκνος -ον, ΝΜΑ πυκνός
ο πάρα πολύ πυκνός
νεοελλ.
φρ. «υπέρπυκνη ύλη»
αστρον. ύλη εκφυλισμένη, που, σύμφωνα με ορισμένες υποθέσεις, υπάρχει στο διάστημα και αποτελείται από νέφος μη ατομικής δομής, της οποίας η πυκνότητα μπορεί να υπερβεί τα 106 γραμμάρια, δηλαδή τα 1000 χιλιόγραμμα ανά κυβικό εκατοστόμετρο.