μὴ περιρέμβου ζητοῦσα θεόν → do not roam about looking for god
-ές, Αβαρυφορτωμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπερ- + -βριθής (< βρῖθος < βρίθω «είμαι γεμάτος»), πρβλ. ἐπιβριθής].