ἀνάγκῃ δ' οὐδὲ θεοὶ μάχονται → but not even gods fight necessity
Αβουίζω, ηχώ από κάτω («κελαινὸς δ' Ἄιδος ὑποβρέμει μυχὸς γαῖ», Αισχύλ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + βρέμω «ηχώ»].