φρυγμός

From LSJ

πόλεώς ἐστι θάνατος, ἀνάστατον γενέσθαι → for a city destruction is like death

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φρῠγμός Medium diacritics: φρυγμός Low diacritics: φρυγμός Capitals: ΦΡΥΓΜΟΣ
Transliteration A: phrygmós Transliteration B: phrygmos Transliteration C: frygmos Beta Code: frugmo/s

English (LSJ)

ὁ, drying, roasting, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1311] ὁ, das Dörren, Rösten, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

φρυγμός: ὁ «φρυγάνισμα» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ φρύγω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του φρύγω.