Μὴ φεῦγ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον → Ne fuge sodalem, cum calamitas ingruit → Lass einen Freund in Schwierigkeiten nicht im Stich
Νβασκαίνω, ματιάζω.[ΕΤΥΜΟΛ. < οφθαλμίζω (< οφθαλμός) με σίγηση του αρκτικού ο-, τροπή του συμπλέγματος -φθ- σε -φτ- (πρβλ. φθάνω: φτάνω) και ανομοίωση του -λ- σε -ρ- (πρβλ. αρμυρός < αλμυρός)].