Ῥᾴθυμος ἐὰν ᾖς, πλούσιος πένης ἔσῃ → Si dives es pigerque, mox iners eris → Dein Leichtsinn macht alsbald dich arm, seist du auch reich
ἐκφορά, κομμάτιον, σχηματισμός, χρεία, διάλεκτος, παραπλήρωμα, λέξις, ῥῆσις, φωνή, λόγος, σύστασις