ἡ τῆς παιδογονίας συνουσία → sexual intercourse for the purpose of bearing children
εὐθύς, εὐκαίρως, καιρόν, εὐστόχως, εὐχρήστως, συμμέτρως, ἐμμελῶς, ἐμμελέως, καιρίως, προὔργου, προέργου